Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πατέρας με τα 3 παιδιά του. Μετά από πολλά χρόνια που τα παιδιά είχαν πια μεγαλώσει, ο Θάνατος ήρθε για να πάρει τον πατέρα. Ο πρώτος γιος, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε γίνει δικηγόρος, παρακάλεσε τον Θάνατο να αφήσει τον μπαμπά τους να ζήσει μερικά χρόνια ακόμη. Ο Θάνατος συμφώνησε. Όταν ο Θάνατος ξαναήρθε, ο δεύτερος γιος, ο οποίος είχε γίνει γιατρός, παρακάλεσε τον Θάνατο να αφήσει τον πατέρα τους να ζήσει λίγες μέρες ακόμα. Ο Θάνατος συμφώνησε και πάλι. Όταν ο Θάνατος ήρθε πίσω, ο τρίτος γιος, ο οποίος είχε γίνει ιερέας, παρακάλεσε τον Θάνατο να αφήσει το μπαμπά τους να ζήσει μέχρι που να καεί το φυτίλι του κεριού και ο ίδιος έδειξε ένα αναμμένο κερί δίπλα του. Ο Θάνατος συμφώνησε για τελευταία φορά.
Ο τρίτος γιος μετά από αυτό, ήξερε πως ο Θάνατος δεν θα ερχόταν ποτέ ξανά πίσω και έτσι έγινε. Τι ακριβώς συνέβη;