Το ρολόι στον τοίχο έδειχνε 11:30 πριν τα μεσάνυχτα και στα γραφεία της αστυνομίας επικρατούσε ησυχία. Ακουγόταν μόνο ο αξιωματικός υπηρεσίας που μιλούσε στο τηλέφωνο και τα αυτοκίνητα από τον κεντρικό δρόμο. Παρ’ όλα αυτά, στο μυαλό του Μίστερ Κλοκ υπήρχε σύγχυση και εκνευρισμός. Βρίσκονταν εκεί, καθηλωμένος στην ξύλινη καρέκλα του γραφείου του, τις τελευταίες δέκα ώρες, περιτριγυρισμένος από φωτογραφίες, σωρούς από χαρτιά, φακέλους, αναφορές και ότι άλλο είχε σχέση με την υπόθεση που ερευνούσε. Όποιο στοιχείο κι αν ακολουθούσε κατέληγε σε αδιέξοδο. Ο κατά συρροή δολοφόνος που κυνηγούσε, ήταν ένα φάντασμα…
Τον τελευταίο μήνα, στην γειτονική κωμόπολη, καταγράφηκαν πέντε δολοφονίες ιεροδούλων και κανένας δεν είδε και δεν άκουσε τίποτα. Δεν υπήρχε κανένας αυτόπτης μάρτυρας ούτε κάποιος που να είχε αντιληφθεί έστω και κάτι ασήμαντο. Ο δολοφόνος χτυπούσε και έφευγε δίχως να αφήνει το παραμικρό στοιχείο πίσω του. Οι τοπικές αρχές είχαν απελπιστεί και γι’ αυτό, σήμερα το πρωί αποφάσισαν να ζητήσουν τη βοήθεια του Μίστερ Κλοκ, του μοναδικού ανθρώπου που θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα, αφού πρώτα είχαν βρει ένα ακόμα πτώμα που ανήκε στην εικοσιπεντάχρονη «Τόνια». Η τραγική ειρωνεία ήταν πως εχθές, 07/05, η Τόνια είχε τα γενέθλιά της… ημέρα που έμελλε να είναι και η ημέρα θανάτου της…
Ο ντεντέκτιβ προσπαθούσε όλη την ημέρα να βρει τι ήταν αυτό που συνέδεε τις πέντε δολοφονίες, μάταια όμως… Τα κορίτσια που είχαν πέσει θύματα της ασίγαστης τρέλας του, πέρα από το επάγγελμά τους, δεν είχαν κανένα άλλο κοινό μεταξύ τους. Η ηλικία τους, η εθνικότητα, ο σωματότυπος , τα χρώματά τους, τα πάντα ήταν διαφορετικά.
Στις 2:45πμ, σηκώθηκε σκυφτός και κοίταξε έξω από τις μισόκλειστες γρίλιες του παραθύρου του. Τα μαλλιά του ήταν ανακατεμένα και το βλέμμα του σκοτεινό. «Δεν θα σταματήσει εδώ, θα υπάρξουν κι άλλες…» ψιθύρισε. «Ξέρει να φυλάγεται. Πρέπει να τον πιάσουμε επ’ αυτοφώρω, μόνο έτσι θα μάθουμε ποιος είναι. Και για να γίνει αυτό πρέπει πάση θυσία να βρούμε το επόμενο θύμα του… αλλά πως;» συνέχισε και το βλέμμα του σκοτείνιασε ακόμα περισσότερο. Στάθηκε ακίνητος για πέντε ακόμα λεπτά λες και είχε παγώσει ο χρόνος. Η σειρήνα ενός ασθενοφόρου τον επανέφερε και αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος σήκωσε το τηλέφωνο. Στο διπλανό γραφείο, ο αξιωματικός απάντησε στην κλήση του και αμέσως μετά βγήκε στον διάδρομο για να επιστρέψει δεκαπέντε λεπτά αργότερα. Ο Μίστερ Κλοκ του είχε ζητήσει μία λίστα με τα στοιχεία όλων των ιεροδούλων της πόλης.
Είχε πια αρχίσει να ξημερώνει και το κτήριο της αστυνομίας αποκτούσε και πάλι ζωή. Η λάμπα πάνω στο γραφείο του ντεντέκτιβ φώτιζε τις δύο λίστες που θα έδιναν τις απαντήσεις που ζητούσε όλο το βράδυ.
Από τη μία βρισκόταν τα ονόματα των θυμάτων:
- «Πέπη», γεννηθείς την 09/09/1993
- «Σάσα», γεννηθείς την 18/11/1989
- «Λίλα», γεννηθείς την 27/07/1995
- «Ίνα», γεννηθείς την 23/02/1997
- «Τόνια», γεννηθείς την 07/05/1990
Από την άλλη τα ονόματα των υποψήφιων θυμάτων:
- «Χαρά», γεννηθείς την 25/10/1988
- «Κική», γεννηθείς την 13/07/1995
- «Μιμή», γεννηθείς την 08/01/1993
- «Μανόλια», γεννηθείς την 05/09/1985
- «Φανή», γεννηθείς την 22/05/1991
- «Τζένη», γεννηθείς την 03/07/1990
- «Ρένα», γεννηθείς την 25/02/1987
- «Ζήνα», γεννηθείς την 26/12/1992
- «Σόνια», γεννηθείς την 18/08/1987
Στην πόρτα του γραφείου, του Μίστερ Κλοκ, στεκόταν ο Αύγουστος, ο αρχηγός της αστυνομίας , και προσπαθούσε να καταλάβει γιατί ο παλιός του φίλος είχε ξεκινήσει την ημέρα του πίνοντας ένα ποτήρι μπράντι. Εκείνος, έχοντας καταλάβει τις σκέψεις του, τον κοίταξε χαμογελώντας και σηκώνοντας το ποτήρι, του είπε ανακουφισμένος: «Αυτό είναι η ανταμοιβή μου, αφού επιτέλους θα τσακώσουμε τον “παρανοϊκό” δολοφόνο. Έχει μείνει μία ακόμα στη λίστα του!».
Ποιο είναι το επόμενο θύμα και πως οδηγήθηκε σε αυτό ο Μίστερ Κλοκ;